Η ψυχολογική και σωματική επιβάρυνση των γυναικών μετά από μαστεκτομή καθώς και η συχνότερη διάγνωση πρώιμων σταδίων καρκίνου του μαστού οδήγησε σταδιακά, από τα μέσα της δεκαετίας του 80, να αναπτυχθούν χειρουργικές τεχνικές διατήρησης του μαστού, οι οποίες και καθιερώθηκαν σαν θεραπείες εκλογής. Για την ριζική αντιμετώπιση της νόσου η χειρουργική επέμβαση συνοδεύεται από συμπληρωματική ακτινοθεραπεία του εναπομείναντος μαστού.
Σε μεγάλο αριθμό κλινικών μελετών έγινε σύγκριση ασθενών με καρκίνο του μαστού που υποβλήθηκαν σε μαστεκτομή με εκείνων που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση διατήρησης του μαστού και συμπληρωματική ακτινοθεραπεία. Μετά από λεπτομερή ανάλυση 15 και άνω τυχαιοποιημένων μελετών, που περιελάμβαναν στοιχεία πάνω από 10.000 ασθενών με καρκίνο του μαστού, διαπιστώθηκε ότι τα αποτελέσματα ήταν ίδια. Η παράληψη όμως της ακτινοθεραπείας μετά από μερική μαστεκτομή ή ογκεκτομή, ασθενών με καρκίνο του μαστού, οδήγησε σε αύξηση των τοπικών υποτροπών και κατά συνέπεια της θνησιμότητας.
Αυτά τα συμπεράσματα ενισχύονται από την δημοσίευση κλινικών μελετών, της γερμανικής και σουηδικής σχολής, στις οποίες γίνεται σαφές ότι ακόμη και σε ασθενείς χαμηλού κινδύνου ή ηλικιωμένες ασθενείς, η διατήρηση του μαστού είναι ανεπαρκής θεραπευτική προσέγγιση χωρίς συμπληρωματική ακτινοθεραπεία.
Η ακτινοθεραπευτική αγωγή απαιτεί 5-7 εβδομάδες καθημερινής σύντομης επίσκεψης στο νοσοκομείο. Η συνολική δόση της ακτινοθεραπείας κυμαίνεται 50-60 Gy.
Ασθενείς νεότερες των 40 ετών που διατήρησαν τον μαστό τους, έχουν υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν τοπική υποτροπή. Πρόσφατα δημοσιευμένες μελέτες δείχνουν ότι η συμπληρωματική δόση (boost) 10-16 Gy στη κοίτη του όγκου αυξάνουν τα ποσοστά τοπικού ελέγχου της νόσου. Έτσι καταλήγουμε ότι σε νεώτερες ασθενείς κάτω των 40 ή 50 ετών, η επιπλέον δόση ακτινοθεραπείας μειώνει τον κίνδυνο τοπικής υποτροπής ακόμη και σε πρώιμα στάδια της νόσου. Σε αρκετές περιπτώσεις μικροί όγκοι δίδουν μεταστάσεις στους λεμφαδένες. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ακτινοθεραπεία περιλαμβάνει και τις αντίστοιχες λεμφαδενικές περιοχές.