Μεγάλωσα όντως τρελή με την καθαριότητα, με απέχθεια στα μικρόβια και σε οτιδήποτε μπορεί με το σάλιο και τα υγρά του να μολύνει το σπίτι μου. Άρα ποτέ δεν επιθύμησα ή σκέφθηκα να αποκτήσω ζώο. Ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη ενός ζώου για συντροφιά. Παρόλο που τα παιδιά μου με παρακαλούσαν χρόνια. Όπως και ο άντρας μου.
Μέχρι που μια ημέρα, ο μικρός μου γιος, διαγνώσθηκε με λευχαιμία. Σοκ! Αφού περάσαμε τα πέντε στάδια της θλίψης (άρνηση, θυμό, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και αποδοχή), προχωρήσαμε. Με θεραπείες, επίπονες και επίμονες, σε αποστειρωμένους χώρους, που κατέβαλλαν σωματικά και ψυχικά κυρίως τον γιό μου αλλά και τους υπόλοιπους της οικογένειας. Και ξαφνικά επανήλθε η επιθυμία του για έναν σκύλο. «Του χρόνου, του απάντησα, που θα είσαι καλά». Και πέρασε ο χρόνος. Και ξανά η επιθυμία. «Του χρόνου…» δεν πρόλαβα να τελειώσω την πρότασή μου και με διέκοψε: «Πέρασε ο χρόνος, και του χρόνου ίσως να μην προλάβω». Τι απαντάς; Τίποτα. Πράττεις.
Οπλίστηκα με θάρρος, μίλησα με τη γιατρό του, για το πόσο δυνατή είναι η επιθυμία του, και κατά πόσο επικίνδυνη είναι για τη ζωή του, για την πορεία της νόσου και την έκβαση της θεραπείας. Επισκέφθηκα κτηνίατρο να με ενημερώσει για τους κινδύνους να έχεις έναν σκύλο, ενημερώθηκα για εμβολιασμούς, αποπαρασιτώσεις, ασθένειες και φροντίδα που απαιτείται. Μίλησα με εκπαιδευτή σκύλων, τι φυλή να επιλέξουμε, τι εκπαίδευση χρειάζεται. Οι άνθρωποι έγιναν συνάνθρωποι και με βοήθησαν όλοι πάρα πολύ.
Και μετά κόπων και βασάνων, αμφιβολιών και παλινδρομήσεων, μπήκε στη ζωή μας ο Σκύλος. Η καθημερινότητά μας άλλαξε. Ξανά.
Ο γιός μου είχε έναν λόγο να βγαίνει από το σπίτι για να συνοδέψει τον φίλο του στη βόλτα του ή όταν ήθελε να χρησιμοποιήσει το χώμα. Δεν ντρεπόταν, δεν φοβόταν. Είχε δίπλα του κάποιον που τον δεχόταν όπως ήταν. Ο σκύλος υπέμενε από μένα τις υστερίες μου: να καθαρίζω τις πατούσες του με αντισηπτικό, να τον χτενίζω εξαντλητικά μετά κάθε βόλτα, μέχρι και να περνώ τη στοματική του κοιλότητας με στοματικό διάλυμα. Μέχρι που ο γιός μου το ξεκαθάρισε: «δεν χρειάζονται όλα αυτά, πλένω σχολαστικά τα χέρια μου μετά το παιχνίδι, δεν αγγίζω μάτια, στόμα και μαλλιά όσο παίζω με τον Σκύλο μου, προσέχω να μην τον αφήνω να με γλύφει».
Πέρα από τη γιατρό και την ψυχολόγο που ανέχτηκαν όλες τις ερωτήσεις και απορίες μου, ουσιώδης ήταν και η συμβολή του κτηνιάτρου και του εκπαιδευτή οι οποίοι με υπομονή και επιμονή εκπαίδευσαν τον Σκύλο μας, να είναι υπάκουος και προσεχτικός ενώ μας έμαθαν πως πρέπει να του φερόμαστε.
Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που κάναμε μπάνιο στον Σκύλο και ο γιός μου με προσοχή τον έτριβε και τον έπλενε και του μιλούσε: «Μην φοβάσαι, προσέχω, όπως η μαμά μου όταν κάνει σε μένα μπάνιο. Προσέχει να μην πάει σαπούνι στα μάτια μου. Όταν έχω πληγές από τις ενέσεις ή όταν πονάω, με τρίβει απαλά. Έτσι και εγώ, σε προσέχω… μην φοβάσαι…». Και συμφωνώντας ο φίλος μας, κούνησε την ουρά του και μας έκανε και τους δύο μούσκεμα. Αλλά είμασταν τόσο χαρούμενοι εκείνη τη στιγμή. Πρώτη φορά μιλούσε ο γιος μου για φοβίες και πόνο.
Από την πρώτη στιγμή με εντυπωσίασε η ενσυναίσθηση του σκύλου. Πως ακολουθούσε τον μικρό του φίλο από κοντά, πως τον πρόσεχε. Ήταν αμίλητος ο γιός μου, καθόταν ήσυχα δίπλα του ο Σκύλος και τον παρακολουθούσε με τα μάτια. Είχε όρεξη για παιχνίδι ο γιός μου, πρώτος ο Σκύλος να τρέξει να φέρει την μπάλα. Ποτέ δεν τον ενόχλησε όταν έτρωγε, όταν κοιμόταν. Όταν επιστρέφαμε από το νοσοκομείο, τον περίμενε με λαχτάρα κουνώντας την ουρά του και ανάλογα με την ψυχολογική κατάσταση της στιγμής παίζανε ή καθόταν δίπλα δίπλα μέχρι να περάσει η κακιά στιγμή των παρενεργειών.
Όταν δυσκολέψαν τα πράγματα, δεν κοιμόμουν εύκολα. Είχα αποκτήσει τη συνήθεια να κοιμάμαι στον καναπέ και να έρχεται ο Σκύλος να μου κάνει παρέα. Πάντα κοιμόταν σε ένα στρωματάκι δίπλα. Στην αρχή ερχόταν στην αγκαλιά μου και χαϊδεύοντας το απαλό τρίχωμά του με έπαιρνε ο ύπνος. Ένα βράδυ άνοιξα τα μάτια μου και δεν τον είδα δίπλα μου, ούτε στον καναπέ ούτε στο στρώμα του. Τρόμαξα. Που πήγε; Ψάχνοντας τον βρήκα να κοιμάται έξω από την πόρτα του γιού μου. Μόλις με αντιλήφθηκε άνοιξε το ένα μάτι του, με κοίταξε και κουνώντας την ουρά του ήταν σαν να μου έλεγε: «Όλα εντάξει, κοιμήσου, εγώ είμαι εδώ». Όπως μου είπε ο άνδρας μου, κάθε βράδυ αυτό έκανε από τότε που τα πράγματα σοβαρέψαν. Απλώς δεν μου το είχαν πει για να μην φωνάξω. Από εκείνο το βράδυ, ο γιος μου κοιμάται με τον φίλο του, φρουρό στην πόρτα του αλλά ο καθένας στο στρώμα του.
Ευτυχώς, η εξέλιξη της νόσου για τον γιο μου ήταν καλή. Μεγάλωσε και έφυγε φοιτητής στην κτηνιατρική σχολή. Έμαθε για τη Με Ζώα Υποβοηθούμενη Θεραπεία (Animal Association Therapy _ AAT) και θέλει να ασχοληθεί ώστε να καθιερωθεί ως ένας τρόπος παρεμβατικής θεραπείας και στη χώρα μας.
Όσο για τον Σκύλο, η αλήθεια είναι ότι δεν μπόρεσα να τον αποχωριστώ αν και ήθελε ο γιός μου να τον πάρει μαζί του.
Δύσκολο πράγμα να αποχωρίζεσαι δύο παιδιά ταυτόχρονα, ένα ένα!