Τα μη-Hodgkin λεμφώματα αποτελούν το 88,5% των λεμφωμάτων και παρατηρούνται κυρίως σε ηλικιωμένους, σε αντίθεση με τη νόσο Hodgkin, η οποία, εκτός από ηλικιωμένους άνω των 60 ετών, παρατηρείται συχνά και σε άτομα 2ης και 3ης δεκαετίας. Αποτελούν ετερογενή ομάδα 30 περίπου κακοήθων νεοπλασμάτων του λεμφικού ιστού, η οποία περιλαμβάνει από σχεδόν καλοήθεις μορφές, έως ιδιαίτερα επιθετικά νεοπλάσματα, που χαρακτηρίζονται από την άναρχη ανάπτυξη των κυττάρων Β ή Τ, ή και των δυο αυτών κυτταρικών σειρών. Τις τελευταίες δεκαετίες η συχνότητα των επιθετικών λεμφωμάτων αυξάνει ταχέως στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, όπου σήμερα αποτελούν τον πέμπτο συχνότερο κακοήθη όγκο. Η ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας και της ανοσοϊστοχημείας, βοήθησαν στην καλύτερη κατανόηση, ταξινόμηση και θεραπεία της νόσου τις τελευταίες δεκαετίες.
Η πρόγνωση των μη-Hodgkin λεμφωμάτων καθορίζεται από το Διεθνή Προγνωστικό Δείκτη, ο οποίος περιλαμβάνει:
Ηλικία άνω των 60 ετών,
Στάδιο ΙΙΙ ή ΙV,
Yψηλές τιμές LDH,
Περισσότερες της μιας εξωλεμφαδενικές εντοπίσεις
Κακή γενική κατάσταση.
Σε απουσία των παραγόντων αυτών επιτυγχάνεται ο έλεγχος της νόσου στο 84% των αρρώστων. Η πρόγνωση είναι δυσμενής (77%0 όταν ο άρρωστος παρουσιάζει έναν από τους παράγοντες αυτούς και γίνεται δυσμενέστερη όσο αυξάνει ο αριθμός τους (42% σε αρρώστους με 4 παράγοντες).
Τα λεμφώματα στις περισσότερες περιπτώσεις, ακόμη και στα πρώιμα στάδια, είναι συστηματικά νοσήματα. Η ακτινοθεραπεία, παρόλο που αποτελεί τοπική θεραπεία, λόγω της εντυπωσιακής ακτινοευαισθησίας των λεμφωμάτων, παραμένει σημαντικός θεραπευτικός παράγων, τόσο στις ήπιες όσο και στις επιθετικές μορφές λεμφωμάτων. Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι πρώιμα στάδια μη επιθετικών λεμφωμάτων σταδίου Ι μπορούν να θεραπευτούν μόνο με ακτινοθεραπεία. Τα πρώιμα στάδια λεμφωμάτων ενδιαμέσου βαθμού κακοήθειας ωφελούνται από τη συνδυασμένη χημειο- και ακτινοθεραπευτική αγωγή. Χαμηλές δόσεις ακτινοθεραπείας μπορούν επίσης να ελέγξουν εξωλεμφαδενικά λεμφώματα, όπως αυτά που αναπτύσσονται στο λεμφικό ιστό του βλεννογόνου του γαστρεντερικού σωλήνα. Η βελτίωση των μεθόδων χημειοθεραπείας είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ακτινοθεραπείας σε πολύ πρώιμα στάδια των μη-Hodgkin λεμφωμάτων.
Τα αποτελέσματα τυχαιοποιημένων μελετών των ECOG και SWOG τη δεκαετία του ΄90 κατέδειξαν ότι η τοπική ακτινοθεραπεία, σε συνδυασμό με σύντομη ή εντατική χημειοθεραπεία, στα στάδια Ι και ΙΙ, έχει καλύτερο τελικό αποτέλεσμα σε σχέση με μόνη χημειοθεραπεία και ότι η περαιτέρω εντατικοποίηση της χημειοθεραπείας δεν βελτιώνει το αποτέλεσμα. Σε προχωρημένα στάδια, επίσης, η ακτινοθεραπεία της τοπικά εκτεταμένης νόσου προσφέρει θεραπευτικό πλεονέκτημα, όπως και στα εξωλεμφαδενικά λεμφώματα.