Η νόσος εμφανίζεται συνήθως σε άτομα άνω των 50 ετών και διηθεί λεμφαδένες σε οποιοδήποτε ομάδα λεμφαδένων, με μεγαλύτερη συχνότητα στην τραχηλική περιοχή. Μπορεί όμως να αναπτυχθεί και εκτός λεμφαδένων, σε οποιονδήποτε ιστό υπάρχει λεμφικός ιστός. Τα δυο τρίτα των μη-Hodgkin λεμφωμάτων αναπτύσσονται στους λεμφαδένες και το υπόλοιπο ένα τρίτο σε εξωλεμφαδενικούς ιστούς.
Ασθενείς με λεμφαδενική νόσο συνήθως προσέρχονται με κάποιο ψηλαφητό όζο στην τραχηλική, τη βουβωνική ή τη μασχαλιαία χώρα. Κλινικά συμπτώματα, όπως πυρετός, νυχτερινές εφιδρώσεις, απώλεια βάρους, (Β συμπτώματα) εμφανίζονται στο 20% με 30% των ασθενών. Οι πιο συχνές θέσεις λεμφαδενικής ανάπτυξης βρίσκονται στην τραχηλική χώρα στο 70% των ασθενών, στους βουβώνες στο 60% και στη μασχαλιαία χώρα στο 50% των ασθενών. Οι περισσότερες περιπτώσεις ασθενών, αν και εμφανίζονται με τοπική νόσο κατά τη διάγνωση, στη σταδιοποίηση αποδεικνύεται ότι πρόκειται για πιο εκτεταμένη νόσο. Στα μη-Hodgkin λεμφώματα δεν ισχύει η συνάφεια των λεμφαδενικών περιοχών εξάπλωσης της νόσου και συνεπώς τα πεδία ακτινοθεραπείας περιορίζονται στις διηθημένες περιοχές.
Η μελέτη σειρών ασθενών με μη-Hodgkin λεμφώματα σταδίου Ι και ΙΙ που αντιμετωπίστηκαν με ακτινοθεραπεία έδειξε ότι σημαντικός αριθμός ασθενών αποθεραπεύτηκε με μόνη την ακτινοθεραπεία. Με παρακολούθηση κατά μέσο όρο 14 έτη μετά από ακτινοθεραπευτική αγωγή η επιβίωση που καταγράφηκε ήταν για 5, 10, 15 και 20 έτη 82%, 64%, 44% και 35%, αντίστοιχα. Δεν παρατηρήθηκε διαφορά στην ελεύθερη νόσου επιβίωση ανάμεσα στα στάδια Ι και ΙΙ ή ανάμεσα στα λεμφώματα των λεμφαδένων ή τα εξωλεμφαδενικά. Στους μεγαλύτερους των 60 ετών ασθενείς κατέγραψαν συντομότερο χρόνο επιβίωσης, εξαιτίας συμπαρομαρτούντων νοσημάτων.