Το κάπνισμα είναι μία χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος και είναι υπεύθυνο για πολλά νοσήματα, όπως χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, στεφανιαία νόσος, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, κ.α.

Το κάπνισμα είναι η πρώτη αιτία θανάτου που μπορεί να προληφθεί: είναι υπεύθυνο για 6.000.000 θανάτους παγκοσμίως. Ο καπνός του τσιγάρου περιέχει περισσότερες από 4.000 χημικές ουσίες οι οποίες βρίσκονται υπό τη μορφή μικρών σωματιδίων ή αερίων. Από αυτές, οι 100 είναι τοξικές για τους ανθρώπους και οι 50 είναι αναγνωρισμένα καρκινογόνα.

Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο παγκοσμίως με το 87% των περιστατικών να σχετίζεται με το κάπνισμα. Ακολουθούν ο καρκίνος του παχέος εντέρου (άνδρες 40-79 ετών) και του προστάτη (>80 ετών), ως η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο. Για τις γυναίκες >60 ετών ο καρκίνος του πνεύμονα  αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου ενώ για την ομάδα 20-59 ετών ο καρκίνος του μαστού. Το κάπνισμα, αυξάνει επίσης τον κίνδυνο εμφάνισης άλλων μορφών καρκίνου, όπως: στοματικής κοιλότητας, φάρυγγα, οισοφάγου, ρινικών κοιλοτήτων, λάρυγγα, νεφρών, ουρητήρα, ουροδόχου κύστης, μαστού, ωοθηκών, τραχήλου της μήτρας, παχέος εντέρου, ήπατος, παγκρέατος, στομάχου, θυρεοειδούς και δέρματος. Ο κίνδυνος αυξάνει αναλογικά με τα πακέτα/έτη που καπνίζει κανείς ημερησίως (αριθμός τσιγάρων επί τα έτη καπνίσματος).

Το κάπνισμα σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα μειώνει την επιβίωση, αυξάνει τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου, την εμφάνιση δεύτερου σχετιζόμενου με το κάπνισμα καρκίνου, τον κίνδυνο μετεγχειρητικών επιπλοκών και τον κίνδυνο παρόξυνσης των χρόνιων συννοσηροτήτων από τις οποίες μπορεί να πάσχει ο ασθενής.
Επίσης, έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την ανταπόκριση στη θεραπεία. Έχει παρατηρηθεί αυξανόμενη αντίσταση σε φάρμακα όπως η ετοποσίδη, η σισπλατίνη και οι ταξάνες σε παρατεταμένη χορήγηση νικοτίνης σε καλλιέργειες κυττάρων μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα.

Σε μία άλλη μελέτη διαπιστώθηκε ότι απαιτείται διπλάσια δόση του erlotinib στους καπνιστές, σε σχέση με τους μη καπνιστές, για να επιτευχθούν θεραπευτικά επίπεδα του φαρμάκου στο πλάσμα. Όσον αφορά στους καπνιστές ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα, οι οποίοι υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για πνευμονίτιδα από ακτινοβολία  και λοιμώξεις.  Με τη διακοπή του καπνίσματος οι ασθενείς αναφέρουν μείωση των συμπτωμάτων τους και βελτίωση στην ποιότητας ζωής.

Αν και η πλειοψηφία των καπνιστών επιθυμεί να διακόψει το κάπνισμα, μόνο το 3% το καταφέρνουν μόνοι τους. Η συνεργασία του ασθενούς μ’ ένα ιατρείο διακοπής καπνίσματος αυξάνει τα ποσοστά επιτυχίας. Η θεραπεία για τη διακοπή του καπνίσματος, περιλαμβάνει εξατομικευμένη συμπεριφορική θεραπεία και φαρμακοθεραπεία και πρέπει να αποτελεί απαραίτητο σκέλος της θεραπευτικής αντιμετώπισης των ασθενών με καρκίνο.